Ο ΣΕΡ ΙΩΣΗΦ ΚΑΙ Ο ΒΟΣΚΟΣ

Πριν τόσα πολλά χρόνια, την Κυπρο παρέδωσαν στους Άγγλους οι Τούρκοι.
Ήταν μια διμερή σύμβαση που συνομολογίθηκε το 1878 μεταξύ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και Αγγλίας με χαρακτήρα αμυντικής συμμαχίας. Η παραχώρηση αυτή έγινε με σκοπό η δεύτερη να γίνει σύμμαχος της πρώτης ενάντια της Ρωσίας που απειλούσε την κυριαρχία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Στην Κυπρο οι κάτοικοι δέχτηκαν τους Άγγλους Αποικιοκράτες ως ελευθερωτές που τους γλύτωσαν από τα σκληρά δεσμά των Τούρκων.
 Πρώτος κυβερνήτης - Ύπατος Αρμοστής της Κύπρου διορίστηκε ο υποστράτηγος σερ Ιωσήφ Γολσέλης τον οποίον υποδέχθηκε και  προσφώνησε «κατά χρέος το ευ παρέστης» ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Σωφρόνιος Γ΄ ως εκκλησιαστικός και εθνικός ηγέτης του Ελληνικού πληθυσμού, βεβαιώνοντάς τον ότι:
-Η Κύπρος οικείται υπό λαού φιλησύχου και ευαγώγου, όστις δεν αρνείται την καταγωγήν και τους πόθους του, και επιθυμεί να εθισθή εις την οδόν την ευθείαν, εις την οδόν δηλονότι της αληθείας, του καθήκοντος και της ελευθερίας. Αποδεχόμεθα την μεταπολίτευσιν τοσούτω μάλλον καθ΄ όσον έχομεν την πεποίθησιν ότι η Μεγάλη Βρεταννία θα βοηθήση την Κύπρον, ως έπραξε και περί των Ιονίων Νήσων να ενωθή με την μητέρα Ελλάδα, με την οποίαν φυσικώς συνδέεται
Αυτή η απλή αλλά μεστή περιγραφή του λαού της Κύπρου κέντρισε το ενδιαφέρον του σερ Ιωσήφ, ο οποίος στον επόμενο καιρό, φρόντισε να περιέλθει διαφόρους τόπους που ζούσαν απλοί χωρικοί για να διαπιστώσει ιδίοις ομμασι αυτόν τον λαό που περέμενε πιστός στα εθνικά ιδεώδη της πατρίδας του ύστερα από πολλούς αιώνες σκλαβιάς στους Φράγκους, στους Γενουάτες και στους Οθωμανούς.
Ο σερ Ιωσήφ ήταν κυνηγός και του άρεσε να τριγυρνά τα όρη και κυνηγώντας να γυμνάζει το σώμα του και να έχει την υγεία του. Μια φορά που πήγε σε ένα βουνό κοντά στο Πισσούρι, βρήκε μια μάντρα με ένα καλύβι δίπλα που έβγαινε καπνός από τη τσιμινιά. Ποσταμένος και διψασμένος πλησίασε, και φώναξε αν ήταν κάποιος μέσα. Βγήκε από το καλυβάκι μια βόσιαινα γυναίκα, και του είπε,
-Κάτσε να ξαποστάσεις, κάτσε να σου βάλω να φάγεις και να πιείς.
Κάθησε ο σερ Ιωσήφ, τον φίλεψε με όλα τα καλά η καλή νοικοκυρά, ώσπου πέρασε λίγη ώρα και επέστρεψαν στη μάντρα ο άντρας της με τους γιούδες του και τα πρόβατα.
Οι γιοι του βοσκού ήταν δώδεκα υπέροχοι νέοι ο ένας ομορφότερος και καλύτερος του άλλου, παλικάρια, με λεβέντικη κορμοστασιά και σπιθοβόλα μάτια 
Άμα τους είδεν ο σερ Ιωσήφ, ρώτησε τον βοσκό ποιοι είναι αυτοί οι ωραίοι νέοι, και ποια είναι η καταγωγή τους και πόθεν έρχονται.
Ο βοσκός του είπε,
-Εν οι γιούες μου,
Και ο σερ Ιωσήφ του αποκρίθηκε,
-Μα δεν γίνεται, δεν σου μοιάζουν, εσύ δεν είσαι έτσι όμορφος, ούτε έτσι λεβέντης.
Ο βοσκός στεναχωρημένος που δεν τον πίστεψε υψηλός επισκέπτης, του αποκρίθηκε,
-Μα σερ Εγγλέζε, έν να καταδεχτώ να σε παιριπαίξω; Λαλώ σου ούλλην την αλήθκιαν, θέλω να με πιστέψεις, εν αντροπή μου να σε περιπαίξω.
-Τότε πές μου πως κατάφερες να είναι όλοι τόσον ωραίοι, διότι αν υπάρχει τρόπος πρεπει να τον μάθω και εγώ,
απαντήσεν ο σερ Ιωσήφ, και ο βοσκός του αποκριθηκε,
-Τρώω τριών ημερινών, πίνω τριών χρονών, τσιαι κάμνω μιαν φοράν τον μήναν.
Έμεινεν ο σερ Ιωσήφ να σκέφτεται και να συλλογιέται, ήταν η απάντηση μια σπαζοκεφαλιά και δεν έβρισκε την απάντηση, γι αυτό ύστερα από πολλή σκέψη παρακάλεσε τον βοσκό να του εξηγήσει,
-Μετά χαράς άρχοντα μου να σου εξηγήσω, τριών ημερινών εννοώ το ψωμί που για να το φάγω πρεπει να περάσουν τρεις ημέρες απ όταν ψηθεί στο φούρνο, τριών χρονών εννοώ το παλαιόν κρασί, γιατί να ξέρεις άρχοντα μου, ώσπου παλιηνήσκει δυναμώνει τσιαι είναι ωφέλιμο, μιαν φοράν τον μήναν εννοώ ότι ππέφτω με την γεναίκαν μου  τσιαι για τούτον κάμνω έτσι δυνατά παιθκιά.


Ο σερ Ιωσήφ κατάλαβε ότι ήταν καλή η ιδέα του βοσκού, και σκέφτηκε να την εφαρμόσει ο ίδιος, σκέφτηκε ακόμα να το εισηγηθεί στη βουλή των Λόρδων ώστε να παροτρύνουν τους Εγγλέζους να πράττουν τοιουτοτρόπως ώστε τα Εγγλεζόπουλα να γενιούνται όμορφα, δυνατά και έξυπνα.